Σελίδες

Translate

Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2019

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΨΗΦΟΣ

Αδύνατο να διασφαλιστεί η εγκυρότητα της ψηφοφορίας
Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει κάνει γνωστό ότι προτίθεται να επιβάλει τη χρήση της ηλεκτρονικής ψήφου στα εργατικά συνδικάτα, ενώ παράλληλα υπόσχεται σε ομογενείς στις ΗΠΑ και αλλού ότι στις επόμενες εθνικές εκλογές θα ψηφίσουν από τον τόπο όπου κατοικούν, έχοντας πιθανότατα κατά νου και πάλι την ηλεκτρονική ψήφο.
Η εμπειρία από τη χρήση σε ορισμένα συνδικάτα της πιο συμβατικής μορφής απομακρυσμένης ψήφου, της επιστολικής, είναι χαρακτηριστική. Στις τράπεζες για την εκλογή ΔΣ των σωματείων και την αντιπροσώπευση στην ΟΤΟΕ εμφανίζεται να ψηφίζει το 95% του κλάδου, σημαντικό μέρος από το οποίο επιστολικά. Οι εργατοπατέρες που κυριαρχούν σ' αυτά τα σωματεία, και σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας αυτών και στη ΓΣΕΕ, δεν δίνουν λογαριασμό ούτε πόσοι ψήφισαν επιστολικά ούτε πόσες διπλοψηφίες υπάρχουν ούτε για την εγκυρότητα των επιστολικών ψήφων (αν αυτοί που φέρεται να ψήφισαν είναι τα πραγματικά μέλη των σωματείων) ούτε υπό ποιες συνθήκες ψήφισαν (μυστικά ή με τη ...διευκολυντική μεσολάβηση των προϊσταμένων τους). Ομως, η επιστολική ψήφος ωχριά μπροστά σε αυτό που μπορεί να επιτευχθεί με την ηλεκτρονική ψήφο...
Η διεθνής εμπειρία
Το πόσο ασφαλής είναι η ηλεκτρονική ψήφος γενικά, μπορεί να το δει κανείς και από τη διεθνή εμπειρία, από το πόσο αξιόπιστη θεωρείται από την ίδια την αστική «δημοκρατία». Παρά το γεγονός ότι το πλασάρισμά της διευκολύνεται από την ευκολία που παρέχει στον ψηφοφόρο και το έδαφος που δημιούργησε η διάδοση του e-shopping και του e-banking τις δύο πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα, μόνο ένα κράτος, η Εσθονία, την χρησιμοποιεί σε μεγάλο βαθμό (περίπου 25% των ψήφων) στις εθνικές εκλογές. Χρησιμοποιείται επίσης ως συμπληρωματικός τρόπος ψηφοφορίας σε ορισμένες επαρχίες (καντόνια, πολιτείες) χωρών όπως η Ελβετία και οι ΗΠΑ. Παράλληλα, όμως, δυναμώνουν, ιδιαίτερα την τελευταία πενταετία, οι φωνές για την κατάργηση της ηλεκτρονικής ψήφου στις περιοχές όπου εφαρμόζεται και την επιστροφή στη χάρτινη ψήφο σε κάλπη, ως μοναδικού τρόπου για τη διασφάλιση της εγκυρότητας της ψηφοφορίας. Ειδικοί μελέτησαν το σύστημα της Εσθονίας και την εφαρμογή του στις εθνικές εκλογές του 2014 και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι διαφόρων ειδών κυβερνοεπιθέσεις και παρεμβάσεις μπορούν να δημιουργήσουν βάσιμες αμφιβολίες για το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας. Γι' αυτό κάλεσαν την κυβέρνηση της Εσθονίας να το καταργήσει επειγόντως. Κι όσον αφορά το e-shopping και το e-banking, επιχειρήσεις και τράπεζες μπορεί να δεχτούν να αναπληρώσουν το ποσό που έχασε κάποιος από μια συναλλαγή που παραβιάσθηκε, ή έστω ο πελάτης τελικά να χάσει αυτό το ποσό. Την ψήφο του, όμως, δεν θα την ξαναβρεί, ή ίσως την ξανασυναντήσει να χρησιμοποιείται από άλλους από εκείνους που ψήφισε.
Στις ΗΠΑ το πιλοτικό πρόγραμμα που ξεκίνησε το 2002 για να μπορούν να ψηφίζουν ηλεκτρονικά οι εκατοντάδες χιλιάδες Αμερικανοί στρατιωτικοί που βρίσκονται σε άλλες χώρες, ακυρώθηκε με απόφαση του υπουργού Αμυνας δύο χρόνια αργότερα, επειδή οι έλεγχοι ασφάλειας είχαν δείξει ότι δεν ήταν δυνατό κανείς να εγγυηθεί την εγκυρότητα των ηλεκτρονικών ψήφων. Το 2005 ξεκίνησε μια νέα προσπάθεια της κυβέρνησης των ΗΠΑ για ηλεκτρονική ψήφο των απουσιαζόντων από τις εκλογές, αλλά το 2011 κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα, με αποτέλεσμα το 2015 το Κογκρέσο να ακυρώσει και την εντολή του 2002 προς το υπουργείο Αμυνας για την ψήφο των στρατιωτικών. Την ίδια χρονιά το Πεντάγωνο των ΗΠΑ επιβεβαίωσε ότι δεν συνηγορεί στην ηλεκτρονική μετάδοση της ψήφου, με οποιονδήποτε τρόπο, μέσω φαξ, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, του διαδικτύου γενικότερα. Το 2016 στέλεχος του υπουργείου «Εσωτερικής Ασφάλειας» δήλωσε πως θεωρούν την ηλεκτρονική ψήφο μεγάλο κίνδυνο για το εκλογικό σύστημα, επειδή απειλεί τις προσδοκίες των ψηφοφόρων για την εμπιστευτικότητα, την επαληθευσιμότητα και την ασφάλεια της ψήφου και επειδή ανοίγει δρόμους σε κακόβουλους παράγοντες να χειραγωγήσουν τα εκλογικά αποτελέσματα. Το 2018, η Εθνική Ακαδημία Επιστημών των ΗΠΑ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «επί του παρόντος, το διαδίκτυο (ή όποιο δίκτυο συνδέεται με το internet) δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για τη μεταφορά ψήφων. Παραπέρα, η ηλεκτρονική ψηφοφορία δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί μελλοντικά, μέχρι να αναπτυχθούν και εφαρμοστούν εγγυήσεις για την ασφάλεια και την επαληθευσιμότητα της ψήφου».
Οι κίνδυνοι
Η ηλεκτρονική μετάδοση ψήφων μπορεί να χειραγωγηθεί, χωρίς να γίνει αντιληπτό, σε διάφορα σημεία του ταξιδιού της από τον υπολογιστή ή το κινητό του ψηφοφόρου έως τον κεντρικό υπολογιστή που θα τη συλλέξει. Τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τα φαξ, τα πακέτα δεδομένων ιστοσελίδων και εφαρμογών περνάνε από πολλά δίκτυα και δρομολογητές, που συχνά βρίσκονται σε διάφορες χώρες, μέχρι να φτάσουν στον προορισμό τους και είναι αδύνατο να εγγυηθεί κανείς την ασφάλεια του συνόλου της υποδομής αυτής. Δεν είναι δύσκολο να αυτοματοποιηθεί μια διαδικασία εξαφάνισης ανεπιθύμητων ψήφων ή αντικατάστασής τους με πλαστές. Στην τελευταία περίπτωση όλα τα υπόλοιπα στοιχεία του αρχικού μηνύματος παραμένουν τα ίδια, κάνοντας την ψήφο να φαίνεται αυθεντική. Μια ομάδα ερευνητών έκανε επίδειξη αυτής της δυνατότητας στη διάσκεψη DEF CON των χάκερ το 2018.
Οι ηλεκτρονικές ψήφοι μπορούν να τροποποιηθούν από κακόβουλο λογισμικό πριν ακόμη φύγουν από τους προσωπικούς υπολογιστές των ψηφοφόρων, πολύ περισσότερο αν πρόκειται για τα έξυπνα κινητά τους, τα οποία οι περισσότεροι γεμίζουν με κάθε λογής εφαρμογές, που ρητά και καθαρά ζητούν πρόσβαση σχεδόν σε οτιδήποτε αποθηκεύεται ή διακινείται μέσω του τηλεφώνου, ενώ δεν είναι σπάνιο και το κατέβασμα παραδοσιακά κακόβουλου λογισμικού, που δρα κρυφά στο υπόβαθρο. Πέρα από την τροποποίηση της ψήφου μπορεί φυσικά να γίνει και καταγραφή των επιλογών του ψηφοφόρου. Ακόμη κι αν η ψήφος σταλεί μέσω κρυπτογραφημένου πόρταλ ή μέσω συστήματος blockchain, είναι και πάλι ευάλωτη από λογισμικό που βρίσκεται εγκατεστημένο στην υπολογιστική συσκευή του ψηφοφόρου. Υπολογίζεται ότι περίπου το ένα τρίτο αυτών των συσκευών είναι ήδη μολυσμένο με κακόβουλο λογισμικό, που θα μπορούσε να τροποποιηθεί από μακριά από τον κατασκευαστή του, ώστε να χρησιμοποιηθεί για παρέμβαση στη διαδικασία της ψηφοφορίας.
Η έγκυρη επαλήθευση της ταυτότητας των ψηφοφόρων (αν έχουν δικαίωμα ψήφου, αποφυγή διπλοψηφιών κ.τ.λ.) μέσω διαδικτύου παραμένει άλυτο πρόβλημα για την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Τα διαπιστευτήρια συμμετοχής στην ψηφοφορία, κωδικοί, pin κ.τ.λ., μπορούν να κλαπούν και να χρησιμοποιηθούν αυτοματοποιημένα, σε περιορισμένη ή και σε ευρεία κλίμακα.
Μπορεί να υπάρξει παραβίαση του κεντρικού υπολογιστή διεξαγωγής της ψηφοφορίας, είτε με απευθείας διείσδυση σ' αυτόν απέξω είτε μέσω κακόβουλου λογισμικού που θα εισαχθεί σ' αυτόν μέσω της ίδιας της ψήφου (π.χ. αν αυτή είναι με τη μορφή email που έχει την ψήφο ως επισυναπτόμενο μολυσμένο αρχείο pdf ή jpg). Ακόμη κι αν γίνει αντιληπτή η μόλυνση κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας, δεν υπάρχει τρόπος να διαπιστωθεί ποιες ψήφοι επηρεάστηκαν από τη λειτουργία του κακόβουλου λογισμικού.
Ανεξάρτητα από τον τρόπο παρέμβασης δεν υπάρχει κανένας αποτελεσματικός τρόπος για την ανίχνευση της παρέμβασης ή για τον έλεγχό της μετά το γεγονός. Δεν υπάρχουν ούτε ψήφοι σε χαρτί ούτε οι φάκελοι με την υπογραφή και τη σφραγίδα του δικαστικού αντιπροσώπου. Για τους παραλαμβάνοντες τις ηλεκτρονικές ψήφους, οι αυθεντικές και οι πλαστές φαίνονται πανομοιότυπες. Επειδή μεταδίδονται ηλεκτρονικά δεν υπάρχει τρόπος επιβεβαίωσης ότι είναι οι ψήφοι που έστειλαν οι ψηφοφόροι. Και επειδή δεν υπάρχει τρόπος απόλυτης διασφάλισης της ακεραιότητας του ηλεκτρονικού εκλογικού συστήματος, δεν είναι δυνατόν να απαντηθεί ούτε και οποιαδήποτε φήμη, βάσιμη ή μη, για το «μαγείρεμα» του αποτελέσματος.
Η χαρά του εργατοπατέρα
Ολοι οι κίνδυνοι της ηλεκτρονικής ψήφου που αναφέρθηκαν σχετίζονται με εξωτερικούς παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν το αποτέλεσμα. Αυτοί, όμως, δεν είναι τίποτα μπροστά στο τι μπορεί να γίνει από εσωτερικούς παράγοντες, από εκείνους δηλαδή που διεξάγουν την ψηφοφορία. Είτε τα συνδικάτα είναι αυτά, είτε πάρει και αυτή τη δικαιοδοσία το κράτος, ώστε να εξασφαλίσει τάχα την ακεραιότητα της ψήφου, κανείς από τους ψηφίσαντες που είναι αντίθετοι με τους διοικούντες το σωματείο ή τους κυβερνώντες δεν θα μπορεί να είναι σίγουρος ότι δεν έγινε όχι επιμέρους αλλά ακόμη και πλήρες «μαγείρεμα» του αποτελέσματος, χωρίς να χρειαστεί η παρέμβαση κανενός χάκερ ή άλλου κακόβουλου εξωτερικού παράγοντα. Τα αποτελέσματα θα μπορούν να είναι με τέτοια συμμετοχή στην ψηφοφορία και τέτοια αναλογία δυνάμεων, που οι εργατοπατέρες στο σωματείο και στις ομοσπονδίες - συνομοσπονδίες να εξασφαλίζουν διά βίου την παραμονή τους στα συνδικαλιστικά αξιώματα που κατέχουν. Κι αν μια φορά δεν είναι εύκολο να βγει άκρη τι γίνεται με τις επιστολικές ψήφους, εκατό φορές πιο δύσκολο θα είναι να βγει άκρη τι γίνεται με τις ηλεκτρονικές ψήφους. Αυτή είναι η διαφάνεια και η έκφραση της πραγματικής διάθεσης των εργαζομένων για τις οποίες πασχίζει η κυβέρνηση.

Το «ευρωπαϊκό πλαίσιο» για το χτύπημα των συνδικάτων και της απεργίας

Πλευρές από την ενιαία επίθεση του κεφαλαίου ενάντια στη συνδικαλιστική δράση στα κράτη της ΕΕ
Στο στόχαστρο του κεφαλαίου σε όλη την ΕΕ το απεργιακό δικαίωμα και η συνδικαλιστική δράση
Copyright 2016 The Associated
Στο στόχαστρο του κεφαλαίου σε όλη την ΕΕ το απεργιακό δικαίωμα και η συνδικαλιστική δράση
Επιχειρώντας να δικαιολογήσει και να συγκαλύψει τον αντιδραστικό χαρακτήρα των διατάξεων του «αναπτυξιακού» πολυνομοσχεδίου της κυβέρνησης για τον ασφυκτικό έλεγχο των συνδικάτων από το κράτος και την εργοδοσία, όπως και για την ένταση της επίθεσης στο δικαίωμα της απεργίας, ο πρωθυπουργός σε πρόσφατες δηλώσεις του έσπευσε να δηλώσει ότι οι διατάξεις αυτές κινούνται «εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου».
Δεν λέει βέβαια κάτι καινούργιο: Το χτύπημα του απεργιακού δικαιώματος, η περιστολή της συνδικαλιστικής δράσης και η μετατροπή της σε μια διαδικασία ταξικής συναίνεσης και υποταγής των εργαζομένων αποτελούν βασική κατεύθυνση σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, ενιαίο στόχο του κεφαλαίου και όλων των δυνάμεων που το υπηρετούν. Πάνω σε αυτό το αντεργατικό «ευρωπαϊκό πλαίσιο» πάτησε και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για να νομοθετήσει την απεργοκτόνα διάταξη Αχτσιόγλου, πάνω σε αυτό το στρωμένο έδαφος έρχεται σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ για να πάει ακόμα παραπέρα την αντεργατική επίθεση, όπως για παράδειγμα με τη «δυνατότητα» ηλεκτρονικών ψηφοφοριών για τις αποφάσεις των συνδικάτων, την οποία δεν συναντάμε σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης...
Ασφυκτικό πλαίσιο με απόλυτο κριτήριο τις ανάγκες των καπιταλιστών
Το νομοθετικό πλέγμα των ευρωπαϊκών αστικών κρατών για τη συνολική λειτουργία των συνδικάτων, σε συνδυασμό με το ότι στην πλειοψηφία τους αυτά ελέγχονται από δυνάμεις του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού, έχει μετατρέψει τα συνδικάτα σε γραφειοκρατικούς, διοικητικούς μηχανισμούς. Μοναδικό «ενεργό» κομμάτι τους είναι οι διοικήσεις τους, που αποκλειστικό στόχο έχουν τη διαπραγμάτευση των όρων εργασίας στο πλαίσιο της ταξικής συνεργασίας και συναίνεσης. Οι εργαζόμενοι - μέλη των συνδικάτων δεν έχουν ουσιαστική συμμετοχή σε αυτά, ενώ οι όποιες συνδικαλιστικές δράσεις περιορίζονται από ένα ασφυκτικό πλαίσιο, που διαπερνάται από το ίδιο κριτήριο: Τις ανάγκες των επιχειρήσεων και της καπιταλιστικής οικονομίας.
Ετσι:
-- Σε πολλές χώρες της ΕΕ η απεργία επιτρέπεται μόνο εφόσον τηρούνται συγκεκριμένες αυστηρές προϋποθέσεις, κυρίως ή αποκλειστικά για τη διεκδίκηση Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Από την υπογραφή της ΣΣΕ και μετά, θεωρείται «ιερή» υποχρέωση η «εργασιακή ειρήνη».
-- Πολλές είναι οι χώρες όπου η εργοδοσία έχει το δικαίωμα της ανταπεργίας: Γερμανία, Αυστρία, Κροατία, Δανία, Εσθονία, Νορβηγία κ.α.
-- Σε πολλές χώρες το δικαίωμα της απεργίας δεν είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο: Βέλγιο, Αυστρία, Δανία, Ιρλανδία, Ολλανδία, Νορβηγία, Βρετανία κ.α.
-- Η πολιτική απεργία απαγορεύεται σε πολλές χώρες (Βέλγιο, Νορβηγία, Ολλανδία, Πολωνία, Λετονία, Εσθονία) ή επιτρέπεται αλλά τις περισσότερες φορές βγαίνει παράνομη (Φινλανδία, Γερμανία κ.α.).
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρονται σε κείμενο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για το ζήτημα αυτό και ισχύουν σε μια σειρά από χώρες, μεταξύ τους και αυτές που είναι μέλη της ΕΕ: «Σε διάφορες χώρες οι συλλογικές συμβάσεις θεωρούνται συνθήκες κοινωνικής ειρήνης για μια ορισμένη περίοδο, κατά την οποία απαγορεύονται οι απεργίες και τα λοκ άουτ». Η συνδικαλιστική δράση «είναι παράνομη κατά την περίοδο ισχύος της συλλογικής σύμβασης, εφόσον στρέφεται κατά της συλλογικής σύμβασης στο σύνολό της ή κατά μέρους της. Οι απεργίες είναι γενικά δυνατές μόνο ως μέσο πίεσης ενόψει της υιοθέτησης μιας πρώτης συλλογικής σύμβασης ή της ανανέωσής της. Η υποχρέωση κοινωνικής ειρήνης μπορεί να εκφραστεί (...) σε μια γενική συμφωνία μεταξύ των συνομοσπονδιών εργαζομένων και εργοδοτών σε κεντρικό επίπεδο (π.χ. Δανία), με ρητή ρήτρα που περιέχεται στις συλλογικές συμβάσεις που συνάπτουν τα μέρη, ή από τη νομολογία (π.χ. Αυστρία, Γερμανία και Ελβετία) (...) Σε πολλές άλλες χώρες, η απεργία για την επιβολή συλλογικής σύμβασης θεωρείται παράνομη, διότι θεωρείται παραβίαση της ειρηνευτικής υποχρέωσης (σ.σ. μεταξύ άλλων αναφέρονται η Τσεχία και η Φινλανδία). Στη Γερμανία, μια απεργία είναι νόμιμη μόνο αν ο βασικός της στόχος είναι να επιτευχθεί μια συλλογική συμφωνία διαπραγμάτευσης».
«Εργασιακή ειρήνη» και στραγγαλισμός του απεργιακού δικαιώματος
Στη συνέχεια παρουσιάζονται ορισμένα ενδεικτικά αλλά χαρακτηριστικά στοιχεία για το ασφυκτικό πλαίσιο με το οποίο αντιμετωπίζεται η συνδικαλιστική δράση σε μια σειρά από χώρες της ΕΕ:
  • Στη Βρετανία, το Μάη του 2016 ψηφίστηκε νόμος που βάζει επιπλέον εμπόδια στη λήψη αποφάσεων για απεργία (και άλλες μορφές συνδικαλιστικής δράσης), ενώ οι απεργιακές κινητοποιήσεις βρίσκονται υπό τον διαρκή έλεγχο και την επιτήρηση των αστυνομικών δυνάμεων και της εργοδοσίας. Στη βάση αυτού του νόμου διεξάγεται ένας «διάλογος» για τη δυνατότητα οι αποφάσεις των συνδικάτων να λαμβάνονται με ηλεκτρονική ψηφοφορία. Να σημειωθεί ότι η ηγεσία του Trade Unions Congress (TUC), του τριτοβάθμιου συνδικαλιστικού οργάνου που ελέγχεται από τον εργοδοτικό και κυβερνητικό συνδικαλισμό, έχει ταχθεί υπέρ της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας...
Σε ό,τι αφορά τους περιορισμούς στο απεργιακό δικαίωμα, αναφέρουμε συνοπτικά τα εξής: Η ψηφοφορία για τη λήψη απεργιακής απόφασης είναι έγκυρη αν σε αυτή συμμετέχει το 50% των μελών του συνδικάτου. Επιπλέον, σε συνδικάτο που δραστηριοποιείται σε «σημαντική δημόσια υπηρεσία» (Υγεία, Εκπαίδευση, Μεταφορές κ.α.) προστίθεται ο όρος ότι πρέπει να ψηφίσουν υπέρ της κινητοποίησης το 40% του συνόλου των μελών. Μέχρι το 2016 απαιτούνταν μόνο η απλή πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην ψηφοφορία. Οι εργοδότες στον ιδιωτικό τομέα θα πρέπει να ενημερώνονται τουλάχιστον 14 μέρες πριν από την κήρυξη της απεργίας (από 7 που ήταν πριν) και μπορούν να προσλαμβάνουν απεργοσπάστες για να καλύψουν τα «κενά» που δημιουργούνται από τους απεργούς. Για να γίνει απεργία πρέπει το συνδικάτο να υποδείξει στην αστυνομία ένα πρόσωπο ως επικεφαλής της απεργιακής φρουράς. Τα στοιχεία για την κινητοποίηση κοινοποιούνται στην αρμόδια κρατική υπηρεσία.
  • Στην Αυστρία, η συνδικαλιστική δράση θεωρείται «συνειδητή διατάραξη της εργασιακής ειρήνης». Για να διασφαλιστεί η σταθερότητα του συστήματος διαπραγμάτευσης, σχεδόν όλες οι Συλλογικές Συμβάσεις περιέχουν ρήτρες «μη απεργίας». Οι απεργίες που στρέφονται ενάντια σε όρους που περιλαμβάνει Συλλογική Σύμβαση Εργασίας ουσιαστικά θεωρούνται παράνομες ενέργειες.
  • Στο Βέλγιο καλλιεργείται επίσης η αντίληψη του «κοινωνικού διαλόγου», που διασφαλίζει την αναγκαία για το κεφάλαιο «εργασιακή ειρήνη». Ετσι, στις ΣΣΕ οι «κοινωνικοί εταίροι» αναλαμβάνουν την υποχρέωση να υποστηρίξουν την «εργασιακή ειρήνη». Η συνδικαλιστική δράση επιτρέπεται μόνο εφόσον έχουν εξαντληθεί οι δυνατότητες συμβιβασμού... Απαγορεύεται η απεργία με καθαρά πολιτικό περιεχόμενο.
  • Στη Δανία είναι ισχυρή η παράδοση του «κοινωνικού εταιρισμού». Το 2006 η τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων και η βασική εργοδοτική ένωση ανανέωσαν το «συμβόλαιο εργασιακής ειρήνης», που ορίζει την αρχή ότι οι διαφορές πρέπει να επιλύονται κατά κύριο λόγο με τη διαπραγμάτευση και τη διαμεσολάβηση. Η αντίληψη αυτή έχει ενισχυθεί με νόμο το 2008. Οι απεργίες είναι κατά βάση νόμιμες όταν δεν είναι δυνατή η σύναψη ΣΣΕ. Για να γίνει μια απεργία πρέπει πρώτα να έχουν εξαντληθεί όλα τα περιθώρια διαπραγμάτευσης. Πριν από την κήρυξη της απεργίας το σωματείο πρέπει να ενημερώσει τον αντίστοιχο φορέα Διαιτησίας και Μεσολάβησης, ο οποίος θα προσπαθήσει να βρει «λύση» πριν από την απεργία. Στη συνέχεια το συνδικάτο πρέπει να ειδοποιήσει εγγράφως την εργοδοσία δύο φορές. Η πρώτη ειδοποίηση να γίνει δυο βδομάδες πριν από την απεργία και η δεύτερη μια βδομάδα πριν. Διαπιστώνεται ότι ενώ δεν υπάρχει νόμος που να προστατεύει το δικαίωμα στην απεργία, υπάρχουν πολύ δυνατοί θεσμοί για την αποτροπή της με κάθε μέσο...
  • Στη Φινλανδία υπάρχει η υποχρέωση «εργασιακής ειρήνης» όσο διαρκεί η ΣΣΕ. Οποιεσδήποτε διαφορές προκύπτουν κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από τη ΣΣΕ μπορούν να επιλυθούν μόνο μέσω διαπραγματεύσεων ή ενώπιον δικαστηρίου. Ο εργοδότης και ο εθνικός μεσολαβητής πρέπει να ενημερώνονται για την απεργία το αργότερο δυο βδομάδες πριν από την έναρξή της. Η κοινοποίηση πρέπει να αναφέρει τους λόγους της απεργίας, τη διάρκειά της και πότε θα ξεκινήσει. Κατά τη διάρκεια περιόδων κατά τις οποίες δεν ισχύει η ΣΣΕ, ο εργοδότης μπορεί να πιέσει τους εργαζομένους μέσω λοκ άουτ, προκειμένου να τους αποτρέψει από το να κλείσουν το χώρο εργασίας.
  • Στη Γερμανία επιτρέπεται η απεργία αν αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις και η διαιτησία. Για να κηρυχθεί απεργία πρέπει να γίνει μυστική ψηφοφορία, στην οποία πρέπει να υπερψηφίσουν το 75% των εργαζομένων! Είναι προφανές ότι και εδώ μια απεργία είναι νόμιμη εφόσον δεν ξεπερνά τα όρια της διαπραγμάτευσης για τη ΣΣΕ. Οι απεργίες δεν μπορούν να καλούνται μετά τη σύναψη ΣΣΕ, δεδομένου ότι οι Συλλογικές Συμβάσεις περιέχουν «ρήτρες ειρήνης», που απαγορεύουν συνδικαλιστική δράση ενώ βρίσκονται σε ισχύ και για μια μεταγενέστερη περίοδο.
  • Στη Λετονία, το δικαστήριο περιόρισε τον ορισμό της απεργίας το 2006 ως την «τελευταία λύση για μία διαπραγμάτευση, καθώς θέτει σε σοβαρό κίνδυνο και τα συμφέροντα του εργοδότη και μπορεί να θεωρηθεί απειλή για τη δημόσια ασφάλεια». Εξαιτίας της αύξησης των κινητοποιήσεων την περίοδο της οικονομικής κρίσης, το 2013 ο απεργιακός νόμος έγινε πολύ πιο αυστηρός, περιορίζοντας κατά πολύ το δικαίωμα στην απεργία.
  • Και στην Ολλανδία, στις ΣΣΕ υπάρχει ρήτρα «εργασιακής ειρήνης», κατά την οποία το σωματείο δεν μπορεί να κάνει απεργία και να σπάσει τη ΣΣΕ. Η νομοθεσία είναι πολύ αυστηρή και εξετάζεται εξονυχιστικά όλη η διαδικασία διαπραγμάτευσης από το δικαστήριο, πριν καταλήξει ένα σωματείο να καλέσει σε απεργία.
  • Η νομοθεσία στη Σουηδία έχει πολλά περιοριστικά μέτρα, μερικά από τα οποία είναι και στη δικαιοδοσία του εργοδότη. Η «ειρηνική περίοδος» ως όρος στη ΣΣΕ είναι συνήθης πρακτική για να περιορίζει τη συνδικαλιστική δράση. Παραδοσιακά στη Σουηδία θεωρείται προνόμιο της εργοδοσίας να μπορεί να συμπεριλάβει στη ΣΣΕ δικαστικές ποινές και περιορισμούς στο δικαίωμα στην απεργία.