Ακολουθώντας με συνέπεια την παρελκυστική της τακτική με μεθοδεύσεις και επικοινωνιακά τρικ, η συγκυβέρνηση για μια σειρά προεκλογικές εξαγγελίες, όπως αυτή με την άμεση επαναφορά του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ μεικτά και την αποκατάσταση της νομοθεσίας για τις ΣΣΕ, τώρα αναδιπλώνεται και συναρτά αυτές τις υποσχέσεις με την πορεία και το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων με τους ξένους «θεσμούς».
Οι μισθολογικές απώλειες δεν αποκαθίστανται
Έτσι τώρα η προεκλογική εξαγγελία μετατράπηκε σε επαναφορά των 751 ευρώ σε δυο δόσεις με καταληκτική ημερομηνία τον Ιούλιο του 2016 και υπό την αίρεση της «επανεκκίνησης της οικονομίας». Δηλαδή πάμε 17 μήνες μετά την εκλογή της νέας κυβέρνησης και τουλάχιστον 4 ολόκληρα χρόνια από τη μείωση του κατώτερου μισθού με την ΠΥΣ 6/2012. Ουσιαστικά, δηλαδή, ακόμη και αν υλοποιηθεί τελικά αυτή η εξαγγελία, ο ονομαστικός μισθός τον Ιούλιο του 2016 θα αντιστοιχεί με τον ονομαστικό μισθό του 2012 και φυσικά δεν γίνεται λόγος για την αναπλήρωση των τεράστιων εισοδηματικών απωλειών. Επιπλέον, διατηρείται άθικτο το συνολικό αντεργατικό οπλοστάσιο με τις γενικευμένες ελαστικές εργασιακές σχέσεις για χιλιάδες εργαζόμενους, όπως μερική απασχόληση, ενοικιαζόμενοι εργαζόμενοι, εκ περιτροπής εργασία, οι μισθοί των οποίων είναι στα «τάρταρα». Παράλληλα μέσα από τον κοινωνικό διάλογο, για τον οποίο οι εργαζόμενοι έχουν ιδιαίτερα πικρή πείρα (Εργασιακά - Ασφαλιστικό), οι εργοδότες όχι μόνο θα εξασφαλίζουν πολύτιμο χρόνο για αυτούς, κρατώντας σε αναμονή τους εργαζόμενους, αλλά θα θέτουν και στο τραπέζι διαρκώς τις δικές τους αξιώσεις.
Ήδη μάλιστα μια σειρά εργοδοτικές οργανώσεις προσέρχονται στο διάλογο με πλαίσιο αιτημάτων για την «τόνωση της επιχειρηματικότητας και της ανταγωνιστικότητας», αιτήματα που άλλωστε έθεσαν και σε διμερές επίπεδο στη διάρκεια των συναντήσεων που είχαν προηγηθεί με την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας. Άλλωστε η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας φρόντισε να ξεκαθαρίσει ότι της σταδιακής επαναφοράς των 751 ευρώ θα προηγηθεί η χορήγηση «κινήτρων» σε εργοδότες που θα ανταποκριθούν.
Παράλληλα, η συγκυβέρνηση από τη μια καλλιεργεί «φρούδες ελπίδες» στους εργαζόμενους περί «νομοθετικών παρεμβάσεων» χωρίς βέβαια καμία συγκεκριμένη δέσμευση και από την άλλη προσαρμόζει ακόμη και αυτά τα ελάχιστα ψήγματα των προεκλογικών της υποσχέσεων στα «μέτρα του κουστουμιού» των απαιτήσεων των δανειστών και των εργοδοτών.
Ταυτόχρονα κερδίζει πολύτιμο χρόνο, καλλιεργώντας κλίμα αναμονής και προσδοκιών στους εργαζόμενους, ενώ ταυτόχρονα εναλλάσσοντας την τακτική της με το κλίμα φόβου, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων με τους ξένους θεσμούς, μειώνει τον πήχη των διεκδικήσεων των λαϊκών εργατικών δικαιωμάτων και αιτημάτων. Ταυτόχρονα με όλη αυτή την επικοινωνιακή καταιγίδα βάζει στο τραπέζι και το νέο μενού των αντεργατικών ανατροπών, μέσα από τις λίστες των μεταρρυθμίσεων, όπως οι νέες μειώσεις σε κύριες και επικουρικές συντάξεις, νέα περικοπή στη χορήγηση των εφάπαξ και στο ΕΚΑΣ, πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων κλπ.
Περί «αναβάθμισης» του ΟΜΕΔ
Τέλος, για τα περί «αναβάθμισης του ΟΜΕΔ», η επαναφορά στο καθεστώς λειτουργίας του Οργανισμού που ίσχυε πριν από την έκδοση της ΠΥΣ δεν σημαίνει και επαναφορά των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων στα μισθολογικά επίπεδα πριν από την τεράστια μείωση που προηγήθηκε και τη γενίκευση των ατομικών συμβάσεων εργασίας. Επόμενα η δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία, που έχει καταργηθεί, δεν σηματοδοτεί την αποκατάσταση των κλαδικών συμβάσεων που ίσχυαν πριν από τις ΠΥΣ. Ουσιαστικά δηλαδή όσο δεν αποκαθίστανται οι κλαδικές συμβάσεις στα όρια που ήταν το 2009, καμία «αναβάθμιση του ΟΜΕΔ» δεν αποκαθιστά τις τεράστιες εισοδηματικές απώλειες.
Την απάτη του «κοινωνικού διαλόγου» καταδικάζουν σήμερα με παράσταση διαμαρτυρίας στο υπουργείο Εργασίας δεκάδες Ομοσπονδίες και Σωματεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου